fbpx
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Η διαφορά μεταξύ πορνογραφίας και ερωτισμού είναι στο φωτισμό

Submit to FacebookSubmit to Google PlusSubmit to TwitterSubmit to LinkedInPrint this pageShare with friends

Η Γκλόρια Λέοναρντ, γεννήθηκε στο Μπρόνξ, το 1940. Η Λέοναρντ στη δεκαετία του ’60 εργαζόταν ως χρηματιστής και αργότερα πέρασε στο χώρο των δημοσίων σχέσεων. Όμως οι δουλειές δεν πήγαιναν καλά και αναζητώντας διέξοδο, μετακόμισε στη Νέα Υόρκη και κατέληξε σε έναν χώρο «ταμπού», αυτόν της πορνό βιομηχανίας.

Ξεκίνησε την καριέρα της από την Wall Street όμως την έκλεισε στην ερωτική βιομηχανία. Η Γκλόρια Λέοναρντ, φεμινίστρια και ανύπαντρη μητέρα, αξιοποίησε την εμπειρία της από κάθε κλάδο που εργάστηκε. Είδε το «κενό στην αγορά», όπως λένε, αντιλήφθηκε την επιθυμία του ανδρικού κοινού και την εκμεταλλεύτηκε επιχειρηματικά.

«Ήμουν αρκετά απελευθερωμένη γυναίκα. Σκέφτηκα πως αυτό θα ήταν η υπέρτατη δοκιμασία για εμένα. Μια δοκιμασία για το πόσο απελευθερωμένη ήμουν πραγματικά», είχε δηλώσει η ίδια στην εφημερίδα Miami Herald το 1983. Η Γλόρια Λέοναρντ συμμετείχε σε κάποιες ερωτικές ταινίες κυρίως από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’80. Ήταν η χρυσή εποχή της ερωτικής βιομηχανίας, με υψηλά μπάτζετ και διασημότητα, όπως αναφέρει το Timeline, το οποίο παρουσιάζει την ιστορία της Γκλόρια Λέοναρντ.

Όμως, νωρίτερα, η Γκλόρια Λέοναρντ είχε μια ιδέα που αποδείχθηκε χρυσοφόρα. Το 1977 το ερωτικό περιοδικό High Society την προσλαμβάνει σε διευθυντική θέση. Επιφορτισμένη με την αύξηση της κυκλοφορίας και των κερδών, η Λέοναρντ πρότεινε τη δημιουργία μιας τηλεφωνικής γραμμής. Οι αναγνώστες θα τηλεφωνούσαν και θα άκουγαν ηχογραφημένα ερωτικά μηνύματα. Το κόλπο σε όλο αυτό ήταν η ερωτική - πνιγηρή - φωνή, η οποία σήμερα αποτελεί σήμα κατατεθέν της «ροζ τηλεφωνίας» και όχι μόνο.

Αρχικά η Λέοναρντ κατέγραψε τη δική της φωνή. Ήξερε ακριβώς τι ήθελε. Στη συνέχεια ωστόσο, και αφού έδειξε τον τρόπο, χρησιμοποίησε και special guests ή μοντέλα των κεντρικών σελίδων του High Society. Μέχρι την άνοιξη του 1983, η «ροζ γραμμή» είχε περισσότερες από 500.000 κλήσεις ημερησίως. Κάθε κλήση διάρκειας επτά λεπτών, κόστιζε πέντε σεντ και από αυτά το περιοδικό High Society λάμβανε δύο σεντ. Υπήρχαν μέρες που το περιοδικό είχε ημερήσια κέρδη 25.000 δολάρια. Σύντομα η διεύθυνση του περιοδικού οδήγησε και άλλες γραμμές, καθώς… η ζήτηση ήταν μεγάλη.

Το περιοδικό High Society, που σε κάποιες περιοχές είχε «κοπεί» από τη λογοκρισία, πλέον έφτανε σε κάθε γωνιά, σε κάθε σπίτι, μέσα από τα «ροζ τηλέφωνα», έχοντας δημιουργήσει ένα νέο χώρο στην ερωτική βιομηχανία και βέβαια επιτυγχάνοντας τεράστια κέρδη. Οι «ερωτικές τηλεφωνικές ιστορίες» αναπόφευκτα έφτασαν τελικά και στα «αυτιά» της ομοσπονδιακής κυβέρνησης των ΗΠΑ. Το 1983, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Επικοινωνίων αποφάνθηκε πως δεν υπάρχει καμία νομοθεσία που να απαγορεύει τα «ροζ τηλέφωνα».

Έτσι ανέλαβε δράση το Κογκρέσο και το 1988 ψήφισε το νόμο περί «ευπρέπειας τηλεφωνικών επικοινωνιών». Με τον εν λόγω νόμο ποινικοποιούνταν όλες οι τηλεφωνικές επικοινωνίες, απευθείας ή μέσω ηχογραφημένου μηνύματος, το περιεχόμενο των οποίων ήταν «άσεμνο ή απρεπές και έχει εμπορικούς σκοπούς». Ένα χρόνο αργότερα όμως, το 1989, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ έκρινε πως το Κογκρέσο δεν έχει καμία δικαιοδοσία ώστε να κρίνει πιο περιεχόμενο κρίνεται «άσεμνο» σε μια προσωπική τηλεφωνική επικοινωνία.

Και ενώ οι ιθύνοντες εξέταζαν τη νομική διάσταση του ζητήματος, η ροζ τηλεφωνία είχε εξελιχθεί σε μια βιομηχανία με τζίρο 2,4 δισεκατομμύριων. Η ιδέα της Γκλόρια Λέοναρντ, αυτό που είχε ξεκινήσει ως απλή τηλεφωνική μετάδοση ερωτικών ιστοριών, είχε πλέον εξελιχθεί σε ομαδικές τηλεφωνικές συνομιλίες και τελικά στη δημιουργία των «970», όπως έγιναν γνωστές οι ροζ τηλεφωνικές γραμμές της εποχής, λόγω του προθέματος που χρησιμοποιούσαν, στα τέλη του 1980.

Η γυναίκα που σκέφτηκε και δημιούργησε τις ροζ γραμμές, δεν κατάφερε να συγκεντρώσει τα χρήματα που θα μπορούσε. Όπως η ίδια είχε δηλώσει στο ντοκιμαντέρ για την ερωτική βιομηχανία «Porn: It's a Living»: «Είμαι απίστευτα ανόητη όταν πρόκειται για χρήματα ή για διαπραγματεύσεις σχετικά με εμένα. Δυστυχώς αν και έκανα πλούσιους τόσους πολλούς ανθρώπους, εγώ κατάφερα να συγκεντρώσω πολύ λίγα χρήματα».

Η Λέοναρντ αποσύρθηκε οριστικά από το χώρο το 1984, όταν και δημιούργησε την οργάνωση «Club 90», μια ομάδα υποστήριξης για τις γυναίκες ηθοποιούς που εργάζονται στο χώρο της ερωτικής βιομηχανίας. Η Λέοναρντ υπήρξε από το ξεκίνημά της μια γυναίκα που αγωνίστηκε για τη δικαιώματα των γυναικών και την ελευθερία του λόγου και της έκφρασης, σε κάθε τομέα. «Το όλο θέμα του γυναικείου κινήματος ήταν είναι να μπορούν οι γυναίκες να επιλέξουν ό,τι θέλουν να κάνουν. Γιατί θα πρέπει η επιλογή μου να θεωρείται διαφορετική από την επιλογή ενός άνδρα;», σημείωνε.

Η Λέοναρντ, γνωστή για τον δυναμισμό της και το χιούμορ της, διετέλεσε επίσης διευθύντρια του Συνδέσμου Κινηματογράφου Ενηλίκων από το 1989 έως το 1992 και το 1998 έγινε πρόεδρος του οργανισμού «Free Speech Coalition», μιας οργάνωσης που υπερασπίζεται τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των ανθρώπων που εργάζονται στο χώρο. Η Λέοναρντ έφυγε από τη ζωή τον Φεβρουάριο του 2014 από εγκεφαλικό επεισόδιο, σε ηλικία 73 ετών.